Είχε καιρό να βρεθεί στο Κέντρο τέτοιες μέρες…Περπατούσε αφηρημένη, χαμένη στις σκέψεις της …Μέσα στους καπνούς και στα δάκρυα των καπνογόνων διέκρινε αμυδρά τον εορταστικό στολισμό της καμένης πόλης της…Λαμπιόνια πολύχρωμα που αναβόσβηναν και έκαναν να φαντάζει ακόμη πιο θλιβερό το τοπίο με τα καταστραμμένα κτίρια, τα σπασμένα τζάμια, τα καρβουνιασμένα καταστήματα… τις ρημαγμένες ζωές και τα βουρκωμένα μάτια των αναίτιων θυμάτων…Λες κι οι δαίμονες είχαν στήσει λαμπρό χορό και πανηγύρι πάνω στο πτώμα της δολοφονημένης χαράς των ανθρώπων τούτης της χώρας…Μια μάνα παράμερα, σε ένα δένδρο Χριστουγεννιάτικο που μόλις είχαν στήσει στ’ αποκαΐδια του προηγούμενου και το φύλαγαν με όπλα για να μην ξανακαεί, θρηνούσε το 15χρονο μοναχογυιό της…
Καμία όρεξη, κανένα κέφι για γιορτές!...Κάτι καυτό κύλησε στα μάγουλα, μάλλον από τον καπνό θα είναι σκέφτηκε, και σκούπισε με την άκρη των δαχτύλων την αρμύρα που της έτσουζε τα μάτια…Ο πόνος όπως πάντα βαθύς ξεκινούσε από τα βάθη του είναι της και κατέκλυζε κάθε μόριο της ύπαρξής της κάνοντας το κορμί της να πονά λες και την είχαν αδυσώπητα δείρει με αγκαθωτή βίτσα!
Πάντα τούτες οι γιορτές της έφερναν πιότερο θλίψη παρά χαρά…Στα βάθη του χρόνου και της ηλικίας της, σκάλιζε τις στάχτες της ζωής της ψάχνοντας να βρει την αιτία που τα Χριστούγεννα γι’ αυτήν δεν ήταν γιορτή, αλλά πένθος βαρύ της ψυχής της! Σήμερα το πένθος της αυτό τη βάραινε περισσότερο, λες και μέσα στο γενικό πένθος των ανθρώπων που είδαν τις ελπίδες τους να καίγονται στο βωμό των καπνογόνων και των μολότοφ, το δικό της φάνταζε ακόμη πιο επώδυνο…
Γύρω της χαλασμός… μα ο δικός της νους πάλι σε άλλα τυρβάζει… Τον θυμήθηκε ξανά! Πάντα τέτοιες μέρες τον θυμόταν κι η μορφή του αναλλοίωτη στο πέρασμα των χρόνων στοίχειωνε το μυαλό και το κορμί της!Είναι η γιορτή του, η δική του γιορτή ανήμερα των Χριστουγέννων, και ποτέ δεν θα μπορέσει να ξεχάσει τη χαρά που δοκίμαζε όταν τότε, μέρες πριν ονειρευόταν τη μέρα, την ώρα και τη στιγμή που θα γινόταν η ξεχωριστή προσκεκλημένη στη γιορτή του αυτή!Μια αγάπη από αυτές που όσο δεν στεριώνουν, όσο δεν καταλαγιάζουν, τόσο θεριεύουν και λαμπαδιάζουν σαν πυρκαγιά που καίει το σύμπαν!
Μια αγάπη χωρίς προορισμό, χωρίς ολοκλήρωση, μια αγάπη που σκορπίστηκε άσκοπα σε επιδιώξεις συμφέροντος και στο κυνήγι ενός πλούσιου γάμου…Βλέπεις το παραμύθι της φτωχής, εργαζόμενης φοιτήτριας που δεν είχε τίποτε να προσφέρει δεν είναι και τόσο παραμύθι…
Είναι η ίδια η ζωή ζωντανό παραμύθι…Την αγαπούσε αλλά η φτώχια τον είχε τρομάξει… Παιδί πολύτεκνης προσφυγικής, από Μικρά Ασία, οικογένειας… Θάμπωσε από την προσφορά που του έγινε και έτσι …την αρνήθηκε για πάντα παρότι την αγαπούσε… Χριστούγεννα ήταν και τότε! Η τελευταία γιορτή του, που πέρναγαν μαζί, αλλά δεν ήταν πια αυτή η ξεχωριστή προσκεκλημένη του…
Και τι σύμπτωση, Χριστούγεννα ήταν όταν μετά ένα χρόνο σχεδόν, ξαναγύρισε, με σύζυγο που ετοιμαζόταν να φέρει στον κόσμο το παιδί του! Κι αυτός έκλαιγε μπρος στα πόδια της και την παρακαλούσε να τον συγχωρέσει και να τον δεχθεί ξανά… Το μαχαίρι αυτή τη φορά το έμπηξε σε ανοιχτή ακόμη πληγή, που έσταζε φαρμάκι και αίμα! Το είναι της όλο φώναζε να τον δεχθεί γιατί της ανήκε, πάντα ανήκε σ’ αυτήν κι ας ήταν παντρεμένος και ας είχε μόλις γεννήσει η γυναίκα του το παιδί του, αλλά τότε αυτή είπε το ΟΧΙ κι ας γκρέμισε τη ζωή της ολάκερη!
Μια αγάπη που δυνάστευσε τα καλύτερα χρόνια της και χάθηκε πριν στεριώσει, σαν άστρο που έσβησε στο στερέωμα, σαν γιαούρτι που ποτέ του δεν έπηξε, σαν ένα λάστιχο που έσκασε στη μέση του πουθενά και ο γρύλλος δεν βρέθηκε στη θέση του… Δεν θα ήταν αυτή που θα χάλαγε μία οικογένεια!Ήξερε καλά από χαλασμένες οικογένειες!!
Από τότε παρόλο που πέρασαν χρόνια, παρόλο που έφτιαξε τη ζωή της δίπλα σε έναν άνδρα που την αγάπησε αληθινά και ολοκληρωτικά, ποτέ της δεν μπόρεσε να νοιώσει τη χαρά των Χριστουγέννων, με το ζόρι στόλιζε το σπίτι της για χάρη του δικού της παιδιού πια… Και φέτος τούτα τα Χριστούγεννα βάλθηκαν να της επιβεβαιώσουν τη θλίψη της! Βάλθηκαν να την κάνουν να νοιώσει ότι δεν είχε άδικο που αυτή τέτοιο καιρό ποτέ της δεν γιόρταζε… Και σήμερα η ψυχή της πονά, με έναν πόνο βαθύ και βουβό! Αλλη μια φορά νοιώθει ξεχασμένη, και απέραντα προδομένη… Γι΄ άλλη μια φορά νοιώθει να νυχτώνει έτσι απλά, βουβά, αναγκαία…
Σε προδίδουν κι οι φίλοι καμιά φορά, όχι μόνον οι αγαπημένοι! Και μάλιστα όταν τους έχεις περισσότερο, παρά ποτέ, ανάγκη!! Και τότε το γιατί είναι εξίσου αδυσώπητο και παγερό σαν το βοριά που σου κόβει την ανάσα!
Είναι σαν να έχεις καταφέρει με χίλιους κόπους και αγωνίες να ξαναστήσεις τα ερείπια της ζωής σου, σαν να έχεις πετύχει μέσα στο γενικό χαλασμό να καλουπώσεις ξανά τα όνειρά σου και την εμπιστοσύνη σου στους ανθρώπους και να δώσεις χρώμα και όραμα στους φόβους σου και στις ελπίδες σου, ατενίζοντας ένα βλέμμα καθάριο, ζεστό και πονετικό, χωρίς κρυφές σκοπιμότητες και σκοτεινές επιδιώξεις και τότε ξαφνικά διαπιστώνεις ότι τίποτε από όλα αυτά δεν ήταν αληθινό… Όλα ήταν μέσα στη φαντασία σου, και αυτό που έβλεπες ήταν μία μάσκα σαν όλες τις άλλες που σήμερα όμως φαντάζει πιο σκληρή από ποτέ!!
Είναι η μάσκα της σημερινής, μοναχικής μας πραγματικότητας…
Οι λέξεις με κόκκινο είναι αυτές που
ο @Σπίθας με προσκάλεσε να παίξω το παιχνίδι με τις 5 λέξεις! Την ιστορία εμπνεύστηκα από το τραγούδι του Δημήτρη Μητροπάνου
"Εγώ γιορτάζω πάντα όταν πονάω" που επειδή δεν ξέρω πώς να το κρεμάσω εδώ θα κάνετε τον κόπο να το ακούσετε αν θέλετε πατώντας πάνω στο λίνκ.
update 31-12-2008 ώρα 16.55΄
O καλός μου φίλος
@κούκος μόλις μου έστειλε τον κώδικα για να αναρτήσω εδώ μέσα το παραπάνω τραγουδάκι. Σ' ευχαριστώ από την καρδιά μου καλέ μου φίλε και πατριώτη!! Είναι κάτι τέτοιες στιγμές που η ζωή μοιάζει όμορφη, αληθινή, με υπέροχους φίλους και αληθινούς ανθρώπους! Σ' ευχαριστώ που μου χάρισες μια από αυτές τις στιγμές τώρα που την είχα μεγάλη ανάγκη!